Δευτέρα 8 Ιανουαρίου 2007

ΑΘΗΝΑ - ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ






Αγωνίζομαι να τελειώσω μια κριτική για τον Ιρβιν Γουελς. Δε βγαίνει, ίσως επειδή τον καταγουστάρω και το κοιτάζω από εκατό μεριές το πράγμα. Ανέβαλα να τη γράψω εν μέσω εορτών και μελομακάρονων στην παγωμένη, φιλική Θεσσαλονίκη -και μετά ανέβαλα να τη στείλω. Συνήθως αυτό δεν συμβαίνει.

Για να εξασφαλίσω άμεσα το αντίτυπο έπρεπε πρώτα να τρέξω πεντακοσάρι από την πλατεία Εξαρχείων μέχρι την Ομόνοια. Μετά περίμενα δυο λεπτά έξω από ένα Αθηναϊκό Στάρμπακς τον Άγγελο, από τον παλιό μου εκδοτικό (Οξύ), να το φέρει. Μετά στήθηκα δέκα λεπτά πάλι ΕΞΩ να πίνω καφέ στους μείον τόσους, αφού ο Άγγελος καπνίζει και τα Στάρμπακς είναι σαν τα βρετανικά λεωφορεία, Upstairs, downstairs, there's no smoking on the bus.

Διάβαζα τα ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΚΡΕΒΑΤΟΚΑΜΑΡΑΣ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΣΕΦ την επόμενη, παραμονή Χριστουγέννων, στο τρένο -καθώς ένας ψηλός προσπάθησε να καθίσει δίπλα μου, μια κυρία τσίριζε μπροστά μου και το τρένο έκανε -ανούσιες κατά τη γνώμη μου- στάσεις παντού. Ήταν το αργό τρένο, ήταν μια δύσκολη μέρα για εισιτήρια, είχα να πάω σε ενα (δικό μου) παρτυ σε ( ξένο) σπίτι (!), και ο Γουέλς με έσωσε απο τον εαυτό μου και τους γύρω. Στα μεσοδιαστήματα έβγαζα φωτογραφίες μέσα απο τα τζάμια. Ο ψηλός κάθισε δίπλα σε μια όμορφη κοπέλα και, καθώς ο αλκοολικός μου ήρωας έπινε 7 ποτά στη σειρά πασπαλισμένα με σκόνη από ναρκωτικά χάπια - κάπου κοντά στο Λιανοκλάδι φαντάζομαι- πιάσανε την κουβέντα. Μετά η κοπέλα κατέβηκε. "Λιανοκλάδι, Λιανοκλάδι, Σούλα μ' έστειλες στον Άδη", που λέει και ο Λενος Χρηστίδης στο Μπορορό. Μπορεί να την έλεγαν Σούλα.

Είμαι στις δυόμισι χιλιάδες λέξεις και πρέπει να γράψω 900.

Να τ' αφήσω;
Όχι, ε;
Λιανοκλάδι!

Δεν υπάρχουν σχόλια: